- ακετόνη
- Άχρωμο υγρό με ευχάριστη οσμή, εύφλεκτο, διαλυτικό για πολλές ουσίες, όπως τα βερνίκια, ο σελουλοΐτης και άλλα σχετικά.
Το μόριο της ένωσης αυτής περιέχει τρία άτομα άνθρακα, έξι άτομα υδρογόνου και ένα οξυγόνου: ο χημικός της τύπος είναι CH3COCH3. Παρασκευάζεται βιομηχανικά με πολλούς τρόπους, όπως με τη ζύμωση δημητριακών και βρώμης και με ξηρή απόσταξη του ξύλου. Έχει ενδιαφέρον για την παρασκευή αναισθητικών. Πράγματι, κατάλληλα χλωροπαράγωγά της αποτελούν πρώτη ύλη για την παρασκευή του χλωροφόρμιου.
Χρησιμοποιείται συνήθως ως διαλυτικό του ακετυλενίου, το οποίο επειδή είναι εξαιρετικά εκρηκτικό, φυλάσσεται σε δοχεία γεμάτα πορώδες υλικό το οποίο έχει εμποτισθεί με α. Όταν διαλυθεί στην α. το ακετυλένιο χάνει τον εκρηκτικό χαρακτήρα του και μπορεί να μεταφέρεται χωρίς κίνδυνο. Πολύ διαδεδομένη είναι η χρήση της α. ως διαλυτικού για τις βαφές των νυχιών.
(Ιατρ.) Η α. στον ανθρώπινο οργανισμό βρίσκεται φυσιολογικά στο αίμα και στα ούρα σε τόσο μικρές ποσότητες, ώστε να μην ανιχνεύεται με τις συνηθισμένες μεθόδους. Αποκτά αντίθετα σημασία σε ορισμένες παθολογικές καταστάσεις (σακχαρώδης διαβήτης, ασιτία, τοξιναιμία της κύησης κ.ά.) οπότε αυξάνεται η παραγωγή λιπαρών οξέων ή ελαττώνεται η καταστροφή τους. Η α. σχηματίζεται στον ανθρώπινο οργανισμό ως προϊόν της μερικής καύσης των λιπαρών οξέων, που ευνοείται από τη γλυκόζη και τα προϊόντα της διάσπασής της. Σχηματίζεται κυρίως στην ουροδόχο κύστη και τους πνεύμονες κατά την αποκαρβοξυλίωση του οξικού οξέος και κατά τον φυσιολογικό μεταβολισμό των λιπιδίων, όταν έχουμε διάσπαση των λιπαρών οξέων κατά τον μηχανισμό της βήτα – οξείδωσης. Στα παιδιά εκδηλώνεται συχνά μία πρωτοπαθής ακετοναιμία άγνωστης αιτιολογίας.
* * *η Χημ.λέγεται και διμεθυλοκετόνη ή 2-προπανόνη ή και οξόνη, το γνωστό ασετόν.[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. acetone < acet- (πρβλ. ακετ-) + -one (< ελλ. πατρωνυμική κατάληξη -ώνη), πρβλ. -όνη].
Dictionary of Greek. 2013.